Ιερός Ναός Αγίων Πάντων Μακεδονίτισσας

Ιερός Ναός Αγίων Πάντων Μακεδονίτισσας
Άγιοι του Θεού πρεσβεύετε υπέρ ημών !

Πέμπτη 11 Ιουνίου 2009

Ο Απόστολος Βαρνάβας

.
«Ανήρ αγαθός και πλήρης Πνεύματος αγίου και πίστεως».
Πρώτος των εβδομήκοντα Αποστόλων και ισοστάσιος των δώδεκα. Κλέος της Κύπρου και κήρυξ της Οικουμένης.
Να μερικοί από τους τίτλους τιμής, τους οποίους τόσον η αγία Γραφή, όσον κι οι ιεροί Πατέρες απονέμουν στον ιδρυτή και προστάτη της Εκκλησίας της Κύπρου, τον μεγάλο Απόστολο.
Μια γρήγορη ματιά στη ζωή και το έργο του Βαρνάβα, του πιο δραστήριου μετά τον Παύλο ιεραποστόλου του πρώτου αιώνα, είναι αρκετή να μας το πιστοποιήσει.
Σύμφωνα με την αγία Γραφή ο Βαρνάβας ήταν «Ιουδαίος Λευΐτης, Κύπριος τω γένει» (Πράξ. δ', 36). Γεννήθηκε στη Σαλαμίνα της Κύπρου κι ανήκε στη φυλή του Λευΐ.
Το αρχικό του όνομα ήταν Ιωσής και στα χρόνια που ο Κύριος ανέλαβε το έργο του, φαίνεται ότι βρισκόταν στην Παλαιστίνη.
Εκεί γνώρισε τη χριστιανική πίστη και τόσο την αγάπησε, ώστε όχι μόνο ο ίδιος την έκαμε βίωμα και σκοπό της ζωής του, αλλά και φρόντισε κι αγωνίστηκε και στους άλλους να την μεταδώσει με το κήρυγμα και τις παρακλήσεις του.
Για τούτο τον ζήλο του οι άλλοι απόστολοι τον μετονόμασαν από Ιωσή Βαρνάβα (Βάρ-νεβουά) λέξη εβραϊκή, που ελληνικά ερμηνεύεται υιός προφητείας ή υιός παρακλήσεως. Και τούτο, γιατί «παρεκάλει πάντας τη προθέσει της καρδίας προσμένειν τω Κυρίω» (Πράξ. ία', 23). Δηλαδή παρακαλούσε και παρακινούσε όσους πίστεψαν στον Κύριο, να μένουν με όλη τους την καρδιά πιστοί κι αφοσιωμένοι σ' Αυτόν.
Πολύ νωρίς ο Βαρνάβας είχε συνδεθεί στενά με τον Σαύλο από την Ταρσό, τον γνωστό αργότερα Απόστολο των Εθνών Παύλο. Η σχέση αυτή σύμφωνα με τον ιστορικό της Εκκλησίας της Κύπρου Ι. Χάκκετ δεν είναι καθόλου απίθανο να αναπτύχθηκε από αυτά τα μαθητικά έδρανα.
Η Ταρσός της Κιλικίας, μια πόλη κοντά στην Κύπρο, εξακολουθούσε και τότε να 'ναι όχι μονάχα μια πόλη «μεγάλη και ευδαίμων», αλλά και μια πόλη των γραμμάτων. Εδώ λοιπόν θα πρέπει να γνωρίστηκαν στην αρχή οι δύο φίλοι. Και η γνωριμία αυτή θα πρέπει να διατηρήθηκε και να μεγάλωσε αργότερα στα Ιεροσόλυμα, όταν κι οι δύο, σύμφωνα με μια αρχαία παράδοση, συνέχισαν τις θεολογικές σπουδές τους κοντά στον σοφό τότε νομοδιδάσκαλο Γαμαλιήλ. Την υπόθεση αυτή αφήνει έμμεσα να υπονοήσουμε και το βιβλίο των Πράξεων, όταν μας λέγει πώς ο Βαρνάβας είναι εκείνος που παρουσίασε και συνέστησε αρχικά τον Παύλο στους Αποστόλους και σ' όλη τη χριστιανική Κοινότητα μετά την επιστροφή του από τη Δαμασκό. Ο Βαρνάβας θα πρέπει να αποτελούσε τότε, ένα επίλεκτο μέλος της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων.
Μια από τις πράξεις του που είχε μεγάλη επίδραση στην πρώτη Εκκλησία, ήταν η πώληση ενός κτήματος που είχε στα Ιεροσόλυμα. Η πώληση έγινε με πρωτοβουλία δική του και τα χρήματα που έλαβε, τα πήρε και τα κατέθεσε όλα στα χέρια των Αποστόλων, για να χρησιμοποιηθούν για τις ανάγκες των πτωχών χριστιανών κι έτσι να παρηγορηθούν. Με τη χειρονομία του αυτή ο πραγματικός μαθητής του Χριστού έδωκε πρώτος το καλό και ζηλευτό παράδειγμα της έμπρακτης αγαθοεργίας στην αρχαία Εκκλησία. Ο Βαρνάβας πολύ ευδόκιμα εργάστηκε για την εξάπλωση της πρώτης Εκκλησίας και με το κήρυγμα. Μετά από κάθε ομιλία φρόντιζε να πλησιάζει ένα-ένα τους ακροατές και προσπαθούσε να τους παρηγορήσει και να τους ενισχύσει να μείνουν σταθεροί κι ακλόνητοι στην πίστη του Χριστού.
Με τον τρόπο αυτόν ο ζηλωτής Απόστολος εξελίχτηκε σ' ένα πρώτης τάξεως ιεραπόστολο και πραγματικό παρηγορητή των χριστιανών, ώστε δίκαια οι άλλοι απόστολοι να του δώσουν το τιμημένο όνομα Βαρνάβας και να τον αναγνωρίσουν ισάξιο τους. Για τούτο τον λόγο κι ο πρώτος επίσκοπος της αγίας πόλεως Ιάκωβος ο αδελφόθεος στον Βαρνάβα έσπευσε ν' αναθέσει την τιμητική αποστολή να επισκεφθεί και να οργανώσει τη νεοσύστατη Εκκλησία της Αντιόχειας.
Ο χριστιανισμός στην πόλη αυτή, που αποτελούσε στην εποχή της τη «μητρόπολιν της Ανατολής», και που κηρύχτηκε από χριστιανούς Κυπρίους και Κυρηναίους, που διεσπάρησαν μετά από τον λιθοβολισμό του Στεφάνου, παρουσίασε μια ξεχωριστή άνθηση. Ο αριθμός των πιστών μεγάλωνε μέρα με τη μέρα. έπρεπε όμως όλοι αυτοί να οργανωθούν και να καταρτιστούν καλύτερα. Για τούτο το έργο το σοβαρό κι υπεύθυνο επιστρατεύθηκε και στάλθηκε ο Βαρνάβας στην Αντιόχεια. Κι αυτός δέχτηκε πρόθυμα και με χαρά την εμπιστευτική αποστολή.
Η παρουσία του φλογερού Αποστόλου ανάμεσα στους χριστιανούς έγινε αφορμή να ενισχυθούν αυτοί και να αυξηθούν ακόμη περισσότερο. «Και προσετέθη όχλος ικανός τω Κυρίω». Η ταχεία κι αλματική πρόοδος δημιουργούσε πολλά προβλήματα και παρουσίασε απαραίτητη την ανάγκη βοηθού. Τότε ο Βαρνάβας θυμήθηκε τον παλαιό του συμμαθητή. Χωρίς να χάσει καιρό πηγαίνει στην Ταρσό, βρίσκει και παραλαμβάνει τον Παύλο και τον φέρνει στην Αντιόχεια.
Ευλογημένη χειρονομία. Πράξη που θα διαλαλεί ανά τους αιώνες τη δύναμη της χριστιανικής αρετής. Γιατί με την παρουσία του Παύλου η δική του προσφορά θα μειονεκτούσε και το κύρoς του θα σκιαζότανε. Ο Βαρνάβας όμως δεν κοίταξε τον εαυτό του. Ο Βαρνάβας ενδιαφερόταν για το έργο του Χριστού και τη σωτηρία ψυχών. Παράδειγμα ζηλευτό κι άξιο να βρίσκει πάντα μιμητές. Η αδελφική συνεργασία των δύο Αποστόλων έφερε τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Για ένα ολόκληρο χρόνο οι δύο συνειδητοί εργάτες του Ευαγγελίου δούλεψαν ακούραστα για την ανάπτυξη της Εκκλησίας. Κι η πρόοδος υπήρξε τέτοια, ώστε οι Έλληνες της Αντιόχειας για να διακρίνουν πια αυτούς και τη θρησκευτική τους κίνηση, τους έδωσαν ένα πολύ όμορφο όνομα, ένα όνομα ταιριαστό. Τους ονόμασαν χριστιανούς. «Εγένετο... χρηματίσαι τε πρώτον εν Αντιόχεια τους μαθητάς Χριστιανούς» (Πράξ. ια', 26). Ως τότε οι ακόλουθοι του Χριστού λεγόντουσαν «μαθηταί», «αδελφοί», «άγιοι». Από τώρα ονομάστηκαν και χριστιανοί. Και το όνομα αυτό έμελλε να επιβληθεί και να αχρηστεύσει όλα τα άλλα. Έμελλε να επιβληθεί, για να θυμίζει σ' όλους εκείνους που το φέρουν, πώς ανήκουν σε μια παράταξη, σ' ένα στράτευμα, που έχει σημαία και αρχηγό τον Παντοδύναμο Χριστό, «τον βασιλέα των βασιλευόντων και Κύριον των κυριευόντων».
Έχουν αρχηγό τον Χριστό. Κι είναι στρατιώτες οι χριστιανοί. Στρατιώτες του Ουρανίου Βασιλιά. Τι μεγάλη τιμή! Αλλά και πόση η ευθύνη! Ευθύνη να ακολουθούν αυτοί τον αρχηγό τους. Και τιμή, γιατί η λέξη χριστιανός είναι συνώνυμη με τη λέξη νικητής, θριαμβευτής. Ο Χριστός πάντα νικά και θριαμβεύει. Κι οι χριστιανοί που τον ακολουθούν πραγματικά, με τη χάρη του, βαδίζουν από νίκη σε νίκη κι από δόξα σε δόξα. Πόσο μεγάλο κι ωραίο είναι το όνομα μας, «το καλόν όνομα το επικληθέν εφ' ημάς»! (Ιάκ. β' 7). Αλήθεια! Πόσο καλό κι ωραίο και τιμητικό! Αλλά και πόσα δεν πρέπει να μας θυμίζει.
Οι χριστιανοί είμαστε επίσης αδέλφια. Είμαστε ένα σώμα με κεφαλή τον Χριστό. Όταν στο σώμα υποφέρει ένα μέλος υποφέρει όλο το σώμα. Γι' αυτό πρέπει τα μέλη να αλληλοβοηθούνται. Το παράδειγμα μας το έδωκαν και πάλι οι Απόστολοι. Εκεί που εργαζόντουσαν έμαθαν ότι οι χριστιανοί των Ιεροσολύμων υπέφεραν οικονομικά. Πολλοί κινδύνευαν και να πεθάνουν από την πείνα. Στην περίπτωση αυτή με την υπόδειξη των αποστόλων Παύλου και Βαρνάβα ένας έρανος αναλήφτηκε και διεξήχθηκε στη χριστιανική κοινότητα της Αντιόχειας. Το σεβαστό ποσό που μαζεύτηκε το έφεραν οι ίδιοι οι απόστολοι στα Ιεροσόλυμα και το παρέδωκαν στους Πρεσβυτέρους για τους πτωχούς αδελφούς. Κατά την επιστροφή τους στην Αντιόχεια πήραν μαζί τους και τον Ιωάννη τον ονομαζόμενο Μάρκο τον συγγραφέα του ενός από τα τέσσερα Ευαγγέλια.
Το έργο των δύο αποστόλων δεν επρόκειτο να περιοριστεί μόνο στην Αντιόχεια. Μια ανοιξιάτικη μέρα του 45 μ.Χ. ενώ οι χριστιανοί ήταν μαζεμένοι σ' ένα σπίτι κι άκουαν το κήρυγμα - δεν είχαν ακόμη εκκλησίες και μαζευόντουσαν σε σπίτια - το Πνεύμα το Άγιο έδωκε ξαφνικά μια εντολή. «Λειτουργούντων αυτών τω Κυρίω και νηστευόντων, είπε το Πνεύμα το Άγιον αφορίσατε δη μοι τον Βαρνάβαν και τον Σαύλον εις το έργον, ο προσκέκλημαι αυτούς» (Πράξ. ιγ', 2). Ξεχωρίστε μου τον Βαρνάβα και τον Σαύλο για να τους στείλω στο έργο που τους έχω καλέσει. Και το έργο δεν ήταν άλλο απ' αυτό, που ο ίδιος ο Κύριος είχε φανερώσει πριν από χρόνια στον Σαύλο, ότι θα τον αναδείκνυε Απόστολο του Ευαγγελίου «προς πάντας ανθρώπους».
Οι χριστιανοί της Αντιόχειας με σεβασμό κι ευλάβεια δέχτηκαν την εντολή του Κυρίου. Χωρίς καμιά ένσταση κάλεσαν στο μέσο της συγκεντρώσεως τους δύο διαλεχτούς, έκαμαν μια ειδική προσευχή γι' αυτούς κι οι προϊστάμενοι πρεσβύτεροι έβαλαν τα χέρια τους στο κεφάλι των δύο Αποστόλων, για να δείξουν με τον τρόπο αυτό, ότι τους αναθέτουν ένα καινούργιο έργο και τους εξαπέστειλαν για τη μεγάλη αποστολή.
Οι δύο απόστολοι Βαρνάβας και Σαύλος με συντροφιά τον ανεψιό του Βαρνάβα Ιωάννη Μάρκο και με τις ευχές της Εκκλησίας ξεκίνησαν ένα ευλογημένο πρωινό για την πρώτη αποστολική περιοδεία. Αφού κατέβηκαν στη Σελεύκεια, βρήκαν εκεί ένα πλοίο, που αναχωρούσε για τη Σαλαμίνα της Κύπρου και μπήκαν μέσα σ' αυτό. Οι Απόστολοι προτίμησαν ν' αρχίσουν το έργο τους από την Κύπρο, γιατί ο Βαρνάβας ήταν Κύπριος κι είχεν εδώ συγγενείς και φίλους και γνωστούς. Εδώ βρισκόντουσαν ακόμη χιλιάδες Εβραίοι που εργαζόντουσαν στα πλούσια μεταλλεία χαλκού του νησιού. Μα κι οι ντόπιοι, οι Έλληνες ήταν γνωστοί σαν άνθρωποι φιλόξενοι και πρόθυμοι ν' ακούσουν και να συζητήσουν θρησκευτικά θέματα.
Μόλις οι Απόστολοι έφτασαν κι αποβιβάστηκαν στη Σαλαμίνα, άρχισαν αμέσως το έργο τους από τις συναγωγές των Ιουδαίων. Από τη Σαλαμίνα προχώρησαν στο Κίτιο όπου βρήκαν και χειροτόνησαν πρώτο επίσκοπο της ιστορικής πόλεως τον φίλο του Χριστού Λάζαρο και ίδρυσαν κι εδώ Εκκλησία. Κατοπινός σταθμός της περιοδείας τους υπήρξε η πολυάνθρωπη Ταμασός η γνωστή για τα πλούσια μεταλλεία του χαλκού. Έκαμαν κι εδώ οπαδούς και προχώρησαν για την Πάφο, που ήταν τότε πρωτεύουσα της Κύπρου. Ενώ περνούσαν από το χωριό Λαμπαδός, συνάντησαν εκεί τον Ηρακλείδιο, τον δίδαξαν την καινούργια θρησκεία και τον χειροτόνησαν επίσκοπο της Ταμασού. Στην Πάφο με το κήρυγμα τους η πόλη έγινε ανάστατη. Από τη μια οι φανατικοί Ιουδαίοι που κατοικούσαν εκεί, από την άλλη οι ειδωλολάτρες, που ένοιωθαν για τη θρησκεία τους βαθύ σεβασμό, ξεσηκώθηκαν ενάντια στους Αποστόλους. Συνέλαβαν τον Παύλο κι αφού τον έδεσαν σε μια κολώνα ενός ειδωλολατρικού ναού, του έδωσαν «τεσσαράκοντα παρά μίαν». Ο θόρυβος που δημιουργήθηκε από όλη αυτή την αναστάτωση έφτασε και στα αυτιά του διοικητή, του Σέργιου Παύλου, που θέλησε να μάθει την αιτία. Κάλεσε, λοιπόν, τους Αποστόλους στο διοικητήριο και ζήτησε να τους ακούσει. Εκεί βρισκόταν και κάποιος Ιουδαίος μάγος, εγωπαθής κι έξυπνος ο Βαριησούς, που εκτός από την εβραϊκή θρησκεία γνώριζε και την αιγυπτιακή φιλοσοφία. Γι' αυτό τον λόγο οι Αιγύπτιοι τον είχαν ονομάσει και Ελύμα (Ουλεμά) δηλαδή σοφό. Όταν ο μάγος άκουσε το κήρυγμα του Βαρνάβα πρώτα κι ύστερα του Παύλου, παρέταξε αμέσως με στόμφο τα ψευδοεπιχειρήματά του και ζητούσε με σοφιστείες και φωνές να εμποδίσει τον ανθύπατο να πιστεύσει. «Ανθίστατο αυτοίς Ελύμας ο μάγος, ζητών διαστρέψαι τον ανθύπατον από της πίστεως» (Πράξ. ιγ', 8). Μπροστά στη στάση αυτή του μάγου ο Παύλος άλλαξε τακτική. Γεμάτος από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και με την καρδιά φλεγόμενη από ιερή αγανάκτηση τον κοίταξε στα μάτια και του βροντοφώναξε: «Γιέ του διαβόλου, που είσαι γεμάτος από κάθε δολιότητα και ραδιουργία, εχθρέ και πολέμιε, κάθε δικαιοσύνης, δεν θα πάψεις, λοιπόν, να διαστρέφεις με τα σοφίσματα και τις πονηρίες σου το θέλημα του Κυρίου; Και τώρα να επάνω σου ξέσπασε η οργή του Κυρίου. Συ που είσαι τυφλός κατά το μυαλό και κατά την ψυχή, θα μείνεις απ' αυτή τη στιγμή τυφλός και κατά το σώμα για κάμποσο καιρό. Και ω του θαύματος. Ο Ελύμας από την ίδια στιγμή τυφλώθηκε και ζητούσε χειραγωγούς. Το θαύμα έκαμε τέτοια εντύπωση στον ανθύπατο, που αμέσως πίστεψε. «Ιδών ο ανθύπατος το γεγονός επίστευσε εκπλησσόμενος επί τη διδαχή του Κυρίου». Δέχτηκε την αλήθεια του Θεού με την καρδιά του κι έγινε ο πρωτοπόρος μα κι ο σημαιοφόρος όλων των επισήμων κι αξιωματούχων, οι οποίοι ύστερα από αυτόν θα δεχόντουσαν το Ευαγγέλιο και θα πίστευαν στον Χριστό. Κάποια παράδοση αναφέρει ότι ο Σέργιος Παύλος χειροτονήθηκε από τον απόστολο Παύλο και επίσκοπος και τοποθετήθηκε στή Ναρβόν της Γαλλίας.
Από την Πάφο ο Βαρνάβας, σύμφωνα με το βιβλίο των Πράξεων, μαζί με τους δύο συνεργάτες του απέπλευσαν για την Πέργη της Παμφυλίας, την Αντιόχεια και το Ικόνιο της Πισιδίας, «την Λύστραν και Δέρβην και την περίχωρον της Λυκαονίας» (Πράξ. ιδ', 6).Στήν Πέργη φαίνεται να μη ασχολήθηκαν με το κήρυγμα τούτη τη φορά. Γιατί μόλις έφτασαν, ο καλός σύντροφος και βοηθός τους Μάρκος τους αφήκε κι επέστρεψε στα Ιεροσόλυμα. «Ιωάννης δε αποχωρήσας απ' αυτών υπέστρεψεν εις Ιεροσόλυμα» (Πράξ. ιγ', 13).Στήν Αντιόχεια το κήρυγμα είχε μεγάλη επιτυχία το πρώτο Σάββατο. Η συγκέντρωση κατά το δεύτερο ήτο στ' αλήθεια πρωτοφανής. Στήν αρχή οι Ιουδαίοι με πολλή ευχαρίστηση άκουσαν την «εγκάρδιον και συμφιλιωτικήν, ελκυστικήν» (Φαράρ 221) ομιλία του Βαρνάβα. Στήν ομιλία του Παύλου άρχισαν να αντιλέγουν. Κι επειδή δεν είχαν τίποτε να προβάλουν, γιατί όλα τα επιχειρήματα τους ανεσκευάζοντο «εξέσπων εις βλασφημίας κατά του Χριστού και των Αποστόλων Του» (Πράξ. ιγ', 45, Τρεμπέλας 402).Μπροστά στη στάση τους αυτή οι Απόστολοι με θάρρος διεκήρυξαν: «Σε σας σύμφωνα με το θείο σχέδιο ήτο ανάγκη να κηρυχθεί πρώτον ο λόγος του Θεού. Επειδή όμως σεις τον αποκρούετε και δεν τον δέχεσθε και οι ίδιοι δεν κρίνετε άξιους τους εαυτούς σας για την αιώνια ζωή, να, τώρα στρεφόμεθα προς τα έθνη. Στρεφόμεθα σ' αυτά γιατί τέτοια εντολή μας έδωσε ο Κύριος λέγοντας. «Σε έχω θέσει φως των εθνών, για να είσαι συ (ο Μεσσίας) εις σωτηρίαν όλων ανεξαιρέτως των ανθρώπων έως τα πέρατα της γης».Το κήρυγμα των Αποστόλων στους ειδωλολάτρες είχε τεραστία επιτυχία. «Ακούοντα τα έθνη έχαιρον και εδέξαντο τον λόγον του Κυρίου, και επίστευσαν όσοι ήσαν τεταγμένοι εις ζωήν αιώνιον διεφέρετο δε ο λόγος του Κυρίου δι' όλης της χώρας». (Πράξ. ιγ', 48-49). Η προθυμία των ειδωλολατρών να ακούσουν το κήρυγμα της σωτηρίας άναψε τον φθόνο των Ιουδαίων, οι οποίοι ξεσήκωσαν τον όχλο κι αρκετές γυναίκες της αριστοκρατίας ενάντια στους Αποστόλους. Με τα σημάδια της κακοποιήσεως στο κορμί ο Παύλος κι ο Βαρνάβας εγκατέλειψαν την πρωτεύουσα της Πισιδίας, την Αντιόχεια, και τράβηξαν στο Ικόνιο.
Τα αποτελέσματα της προσπάθειας των Αποστόλων υπήρξαν κι εδώ ευχάριστα. Μεταξύ των προσώπων που αποδέχτηκαν τη νέα πίστη και βαπτίστηκαν ήταν κι η παρθενομάρτυρα Θέκλα. Στο Ικόνιο οι Απόστολοι έκαμαν και πολλά θαύματα «σημεία και τέρατα», όπως λέγει η Γραφή. Ο εχθρός της σωτηρίας όμως φθόνησε την επιτυχία κι ώθησε Ιουδαίους κι εθνικούς να κυνηγήσουν τους Αποστόλους, για να τους σκοτώσουν με λιθοβολισμό. Οι Απόστολοι όμως πληροφορήθηκαν νωρίς το σχέδιο κι έφυγαν για τα Λύστρα.Η πόλη ήταν κυρίως ειδωλολατρική. Η ιουδαϊκή παροικία ήταν πολύ μικρή. Μια εβραϊκή οικογένεια πολύ γνωστή που αποτελείτο από τρία πρόσωπα, τον Τιμόθεο, τη μητέρα του Ευνίκη και τη γιαγιά του τη Λωΐδα, πίστεψε μεταξύ των πρώτων κι έγινε ο πυρήνας της χριστιανικής Εκκλησίας των Λύστρων (Β' Τιμοθ. α', 5). Η προσπάθεια των Αποστόλων στην πόλη αυτή στράφηκε κυρίως μεταξύ των ειδωλολατρών. Κάποια φορά μάλιστα που οι δύο Απόστολοι δίδασκαν σε μια μεγάλη συγκέντρωση πολιτών, ανάμεσα στους ακροατές ήταν κι ένας κουτσός «εκ κοιλίας μητρός αυτού, ός ουδέποτε περιεπάτησεν». Τον κουτσό αυτόν τον θεράπευσε ο Παύλος. Το θαύμα έκαμε τέτοια εντύπωση στον όχλο, που για μια στιγμή νομίστηκε πώς ο Παύλος κι ο Βαρνάβας δεν ήταν άνθρωποι, αλλά θεοί. Ενθουσιασμένοι οι όχλοι άρχισαν να φωνάζουν. «Οι θεοί ομοιωθέντες ανθρώποις κατέβησαν προς ημάς» (Πράξ. ιδ', 11), κι έτρεξαν να φέρουν βόδια για να τα θυσιάσουν σ' αυτούς. Στην περίπτωση αυτή τον Βαρνάβα για το σοβαρό του χαρακτήρα του τον νόμισαν για τον Δία, τον δε Παύλο για τον Ερμή. Οι Απόστολοι μόλις αντιλήφθηκαν τις διαθέσεις τους «διέρρηξαν τα ιμάτια εαυτών», για να δηλώσουν τη διαμαρτυρία τους κι η εκδήλωση σταμάτησε. Λίγες μέρες μετά το επεισόδιο αυτό οι Ιουδαίοι της Αντιόχειας και του Ικονίου που πληροφορήθηκαν τα όσα συνέβησαν ήρθαν στα Λύστρα «και πείσαντες τους όχλους, και λιθοβολήσαντες τον Παύλον, έσυραν αυτόν έξω της πόλεως, νομίζοντες ότι απέθανεν» (Πράξ. ιδ', 19-20).
Ο Παύλος όμως δεν πέθανε. Όταν αργότερα ήλθαν οι μαθητές με τον Βαρνάβα σηκώθηκε και πήγε μαζί τους στην πόλη. Την άλλη μέρα το πρωί έφυγαν για τη Δέρβη. Στην πόλη αυτή έμειναν αρκετό καιρό κι ευτύχησαν να εργασθούν ανενόχλητοι, ώστε φεύγοντες από την Ασία για να επιστρέψουν στην Αντιόχεια της Συρίας ν' αφήσουν πίσω τους «τρόπαια νίκης», πολλές ψυχές σωσμένες «σ' επτά οχυρά που τα κέρδισαν με το μέρος του Χριστού: Σαλαμίνα, Πάφο, Αντιόχεια, Ικόνιο, Λύστρα, Δέρβη και Πέργη». (Holzner 141).Έτσι έληξε η πρώτη αποστολική περιοδεία που κράτησε δύο συνεχή χρόνια, χρόνια γεμάτα από δοκιμασίες και διωγμούς και κινδύνους, αλλά και πλούσια καρποφορία. Στην περιοδεία αυτή, την ηγεσία φαίνεται πώς την είχε ο απόστολος Βαρνάβας. Ο απόστολος Παύλος ήταν «ο ηγούμενος του λόγου».
Οι Απόστολοι, όταν έφτασαν στην Αντιόχεια, έγιναν δεκτοί με σκιρτήματα αγνής χαράς. Η πρώτη συγκέντρωση μετά από την επιστροφή τους πήρε ένα χαρακτήρα πανηγυρικό. Σ' αυτήν μίλησαν κι οι δύο Απόστολοι και με καρδιά ευγνώμονα διακήρυξαν «όσα εποίησεν ο Θεός μετ' αυτών, και ότι ήνοιξε τοις έθνεσι θύραν πίστεως» (Πράξ. ιδ', 27). Γονατιστοί οι χριστιανοί στο τέλος της ευφρόσυνης αναφοράς δοξολόγησαν τον Κύριο για όλες τις ευλογίες.
Τη χαρά που δοκίμασαν οι πιστοί με την ευρεία διάδοση του χριστιανισμού μεταξύ των ειδωλολατρών ήλθε να σκιάσει την ίδια εποχή ένα σοβαρό ζήτημα. Μερικοί εξ Ιουδαίων χριστιανοί κατέβηκαν από την Ιουδαία στην Αντιόχεια κι άρχισαν να διδάσκουν, ότι οι Εθνικοί που έγιναν χριστιανοί, δεν είναι δυνατόν να σωθούν, αν προηγουμένως δεν δεχθούν την περιτομή. Με τον τρόπο αυτό ο χριστιανισμός κινδύνευε να παρουσιασθεί στα μάτια των Εθνικών κι ιδιαίτερα των Ελλήνων σαν μια αίρεση του Ιουδαϊσμού κι όχι σαν παγκόσμιος θρησκεία. Το πρόβλημα ήταν πολύ μεγάλο κι εξαιρετικά λεπτό. Για την αυθεντική του λύση κλήθηκαν στα Ιεροσόλυμα το 51 μ.Χ. οι Απόστολοι σε Σύνοδο. Την Εκκλησία της Αντιόχειας αντιπροσώπευσε μια επιτροπή που αποτελέστηκε από τον Βαρνάβα, τον Παύλο, τον νεαρό Τίτο — αυτόν που ο Παύλος χειροτόνησε αργότερα επίσκοπο Κρήτης — και μερικούς άλλους. Στην πολυάριθμη σύσκεψη μίλησαν πολλοί. Μίλησε κι ο Βαρνάβας κι ο Πέτρος κι ο Παύλος και άλλοι. Στο τέλος μίλησε κι ο Ιάκωβος «ο αδελφόθεος». Η απόφαση της Συνόδου υπήρξε αυτή που ανεμένετο. Η δύναμη του Μωσαϊκού Νόμου έληξε με την εμφάνιση του Ευαγγελικού Νόμου. Για τη σωτηρία του χριστιανού δεν χρειάζονται οι τύποι που ζητά ο Μωσαϊκός Νόμος. Ένα μόνο χρειάζεται: Η πίστη. Η σταθερή και ζωντανή κι ακλόνητη πίστη.
Τη θεοφώτιστη απάντηση της Συνόδου, που διατυπώθηκε σαν επιστολή προς τους χριστιανούς της Αντιόχειας, ανέλαβαν να μεταφέρουν σ' αυτούς οι δύο απόστολοι Βαρνάβας και Παύλος μαζί με δύο άλλους επίσημους χριστιανούς της Εκκλησίας Ιεροσολύμων, τον Σίλα και τον Ιούδα τον Βαρσαββά. Στήν επιστολή αξίζει να σημειωθεί, πώς η Σύνοδος πλέκει κι ένα θερμό εγκώμιο για τον Βαρνάβα καί τον Παύλο. Τους ονομάζει «αγαπητούς» και «ανθρώπους παραδεδωκότας τάς ψυχάς αυτών υπέρ του ονόματος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού» (Πράξ. ιέ', 25, 26). Μεγάλο στ' αλήθεια το εγκώμιο! Μα και δίκαιο. Η κατοπινή δράση και των δύο Αποστόλων το δικαιολογεί απόλυτα.
Το περιεχόμενο της επιστολής της Συνόδου χάρισε στους χριστιανούς της Αντιόχειας τη χαρά και την ομόνοια και την ειρήνη. Η παραμονή των Αποστόλων στην πόλη αυτή κρίνεται πια σαν άσκοπη. Γι' αυτό κι αποφασίζουν μια δεύτερη ιεραποστολική περιοδεία. Μια μικρή διαφορά όμως, που αναφύηκε μεταξύ τους την τελευταία στιγμή, γύρω από το πρόσωπο του Μάρκου, τους έκαμε να διαφωνήσουν και να πάνε χωριστά. Ο απόστολος Βαρνάβας ήθελε στην περιοδεία που θα ανελάμβαναν, να παραλάβει μαζί του και τον Μάρκο, που ήταν ανεψιός του. Ο απόστολος Παύλος όμως πρόβαλε άρνηση στην πρόταση γιατί ο Μάρκος τους είχε εγκαταλείψει στην πρώτη περιοδεία κι έφυγε. Έτσι οι Απόστολοι χώρισαν. Μετά τον χωρισμό ο Παϋλος με συνοδό τον Σίλα άρχισε τη δεύτερη ιεραποστολική περιοδεία, ενώ ο Βαρνάβας με τον Μάρκο ξαναγύρισαν στην Κύπρο.
Η διαφορά γνώμης φυσικά χώρισε τους δύο Αποστόλους, τον Παύλο και τον Βαρνάβα σωματικά. Ψυχικά δεν τους χώρισε. Αυτό το βλέπουμε από την εκτίμηση που δείχνει αργότερα ο Παύλος για τον Μάρκο. Τον ονομάζει χρησιμώτατο για τη διακονία του Ευαγγελίου κι από τη φυλακή της Ρώμης όπου είναι κλεισμένος γράφει στον Τιμόθεο: «Μάρκον αναλαβών άγε μετά σεαυτού. Έστί γαρ μοι εύχρηστος εις διακονίαν» (Β' Τιμ. δ' 11).
Στην Κύπρο ο Βαρνάβας αφιέρωσε το υπόλοιπο της ζωής του. Μαζί με τον Μάρκο διέσχισε ξανά ολόκληρη τη νήσο. Στο σημείο αυτό τελειώνουν οι πληροφορίες της Κ. Διαθήκης για τον απόστολο Βαρνάβα. Μια παράδοση αναφέρει πώς ο ζηλωτής αυτός Απόστολος χειροτονήθηκε επίσκοπος της Σαλαμίνας, Αρχιεπίσκοπος δηλαδή του νησιού μας. Επίσης ότι κήρυξε το Ευαγγέλιο στη Ρώμη, τα Μεδιόλανα και την Αλεξάνδρεια. Κατόπιν ξαναγύρισε στην Κύπρο, οργάνωσε την Εκκλησία της και στο τέλος την πότισε και με το αίμα του. Μια βραδυά ενώ δίδασκε στη Σαλαμίνα, τον άρπαξαν οι Ιουδαίοι, τον έδεσαν χειροπόδαρα και τον πέταξαν σ' ένα υπόγειο. Όταν νύχτωσε, τον έσυραν έξω από την πόλη και τον λιθοβόλησαν. Για να μη μείνει ίχνος από το έγκλημα τους άναψαν μεγάλη φωτιά κι έρριψαν μέσα το λείψανο για να καεί. η πρόνοια του Θεού όμως δεν επέτρεψε το ανοσιούργημα. Η φωτιά σβήστηκε και το άγιο σκήνωμα έμεινε άθικτο. Οι χριστιανοί που παρακολουθούσαν από μακριά τα γενόμενα, μόλις έφυγαν οι φονιάδες, έτρεξαν, πήραν το άγιο σώμα, το έπλυναν με καθάριο νερό και το έθαψαν με δάκρυα στοργής και θαυμασμού στη Σαλαμίνα. Επάνω στα στήθη του έβαλαν ένα αντί γραφο του Ευαγγελίου του Ματθαίου, που είχε αντιγράψει ο ίδιος ο Βαρνάβας.
Πέρασαν χρόνια. Η φιλόστοργη γη της Σαλαμίνας κράτησε με αγάπη αξιοθαύμαστη στον κόρφο της τον ατίμητο θησαυρό της. Το λείψανο του πιο μεγάλου άγιου και ιδρυτού της, του αποστόλου Βαρνάβα. Το κράτησε κρυμμένο. Ένα μόνο δεν μπόρεσε να αποκρύψει. Τη θεϊκή δύναμη και χάρη που έβγαινε από τον τάφο του και θεράπευε όλων των ειδών τους αρρώστους. Δαιμονισμένοι, κουτσοί, τυφλοί, παράλυτοι κι άλλοι λογής λογής άρρωστοι βρίσκανε σαν πλησιάζανε στο μέρος που ήταν ο τάφος τη θεραπεία τους. Γι' αυτό κι οι χριστιανοί κάλεσαν τον τόπο εκείνο με το όνομα: «Τόπος ιάσεως».Ήρθε όμως ο καιρός το μυστικό να φανερωθεί. Η Κύπρος είναι πια ολόκληρη χριστιανική. Του Χριστού το όνομα αναφέρεται μ' ευγνωμοσύνη και δοξολογίες από τη μια άκρη στην άλλη. Οι πιστοί όμως δεν είναι ήσυχοι. Η επιμονή των επισκόπων της Αντιόχειας να υποδουλώσουν την Εκκλησία τους, μια και το νησί τους εξηρτάτο πολιτικά από τους ηγεμόνες της, τους δημιουργούσε μια συνεχή ταραχή κι ανωμαλία. Επίσκοπος της Κωνστάντιας. Το 343 μ.Χ. η περίφημη Σαλαμίνα καταστράφηκε από σεισμό. Η μισή πόλη καλύφτηκε από τη θάλασσα. Ο γιος του Μ. Κωνσταντίνου, Κωνστάντιος ξανάκτισε την πόλη, που απ' το όνομα του ονομάστηκε Κωνστάντια. που αντικατέστησε τη Σαλαμίνα, ήταν τότε ο Ανθέμιος, ένας ευλαβής κι άγιος άνθρωπος (478 μ.Χ.). Ο Ανθέμιος μέρα και νύχτα βασάνιζε τη σκέψη του, πώς να κρατήσει την Εκκλησία της Κύπρου ελεύθερη. Γιατί, παρά την απόφαση της Γ Οικουμενικής Συνόδου, ότι η Εκκλησία της Κύπρου είναι αυτοκέφαλη, μια και Ιδρύθηκε από τον απόστολο Βαρνάβα, ο τότε πατριάρχης της Αντιόχειας Πέτρος ο Κναφεύς επέμενε να την υποδουλώσει. Η επέμβαση αυτή του πατριάρχη της Αντιόχειας πολύ στενοχωρούσε τον ΑνΘέμιο κι όλους τους πιστούς χριστιανούς του νησιού. Θερμή προσευχή αναπεμπόταν καθημερινά στον Κύριο των Δυνάμεων να τους λυπηθεί και να τους βοηθήσει. Κι η απάντηση δόθηκε.Μια νύχτα που ο Ανθέμιος, ύστερα από κατανυκτική προσευχή πήγε να πλαγιάσει, είδε ένα ζωντανό όραμα.
Είδε τον απόστολο Βαρνάβα να στέκεται μπροστά του και να του λέγει δύο πράγματα:α) Να πάει προς τα δυτικά της Σαλαμίνας δύο περίπου μίλια μακρυά από τα τείχη της και στη χαρουπιά που θα δει, να σταθεί και να σκάψει από κάτω της βαθιά καιβ) Αυτό που θα βρει (το λείψανο του και το χειρόγραφο Ευαγγέλιο του Ματθαίου) να τα πάει στον Αυτοκράτορα της Κων/πόλεως τον Ζήνωνα δώρο και θα πετύχει αυτό που ποθεί.
Ο Ανθέμιος ακολούθησε πιστά τις υποδείξεις του Αποστόλου. Μετά από θερμή και πάλι προσευχή στην οποία έλαβε μέρος όλο το ιερατείο της Κωνστάντιας και κόσμος πολύς, πήγαν κι έσκαψαν στο μέρος που είχε υποδείξει ο Απόστολος. Και πράγματι βρήκαν το λείψανο και το Ευαγγέλιο που ήταν στο στήθος του. Την ίδια χρονιά (488) Πήγε στην Πόλη και πρόσφερε στον αυτοκράτορα Ζήνωνα το εύρημά του. Ο αυτοκράτορας ενθουσιάστηκε κι έσπευσε να επιβεβαιώσει με τοπική Σύνοδο το αυτοκέφαλο της Εκκλησίας της Κύπρου και να της χαρίσει και τρία αυτοκρατορικά προνόμια.α) Ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου να φορεί κόκκινο μανδύα.β) Να κρατεί βασιλικό σκήπτρο αντί ποιμαντική ράβδο και
γ) Να υπογράφει με κόκκινο μελάνι (κιννάβαρι), σαν τον Αυτοκράτορα.
Νικητής γύρισε στην Κύπρο ο Ανθέμιος. Μόλις έφτασε, έδωκε εντολή δίπλα στον τάφο του αποστόλου Βαρνάβα να κτιστεί ένας λαμπρός ναός προς τιμή του και γύρω από τον ναό κελλιά για μοναχούς. Έ τσι, η μεγάλη αυτή καρδιά εξεδήλωσε την ευγνωμοσύνη της στον θείο Απόστολο, ο οποίος κι όταν ζούσε, μα κι όταν απέθανε δεν παρέλειψε να κάμει ό,τι μπορούσε για τη σωτηρία τους και για τη δόξα του Χριστού.
Ο «μέγας» απόστολος Βαρνάβας υπήρξε και μένει υπέροχο παράδειγμα αγάπης και ζήλου, πίστεως και φιλοπατρίας για τους πιστούς όλων των εποχών.
Άνθρωπος με ζηλευτή ανιδιοτέλεια και σύνεση, με απλότητα και ταπείνωση, «ήμερος και επιεικής», όταν νόμιζε πώς χρειαζόταν η επιείκεια. Αλλά και ελεγκτής του κακού, «χρηστός σφόδρα και ευπρόσιτος», έδωκε την καρδιά του απ' την πρώτη στιγμή για τον Χριστό κι αγωνίστηκε με όλες του τις δυνάμεις για τη δόξα Του.
Ιεροσόλυμα, Αντιόχεια, Κύπρος, Μ. Ασία, Αίγυπτος, Ιταλία δοκίμασαν πλούσια την ευεργετική παρουσία του.Μεγαλοπρεπής σ' εμφάνιση κι επιβλητικός, αφοσιώθηκε στην υπηρεσία του Θεού κι αναδείχθηκε ένας ξεχωριστός Ιεραπόστολος, που τίποτε δεν κράτησε για τον εαυτό του. Για τούτο κι ο Κύριος Τον δόξασε, όταν ζούσε στη γη. Μ' απέραντη δόξα τον δοξάζει τώρα και στον ουρανό, σύμφωνα με την υπόσχεση που δίδει: «τους δοξάζοντας με δοξάσω» (Α' Βασιλ. 6' 30).
Τι περισσότερο μπορεί να ποθήσει μια καρδιά από τούτη την τιμή; Αλήθεια, τι μπορεί να ποθήσει;

Απολυτίκιο Ήχος α'Το μέγα κλέος της Κύπρου, της Οικουμένης τον κήρυκα, των Αντιοχέων τον πρώτον της χριστωνύμου κλήσεως αρχιτέκτονα, της Ρώμης τον κλεινόν εισηγητήν, και θείον των εθνών σαγηνευτήν, το της χάριτος δοχείον του Παρακλήτου Πνεύμα τος τον επώνυμον, Απόστολον τον μέγαν, τον του θείου Παύλου συνέκδημον, των εβδομήκοντα πρώτον, των δώδεκα ισοστάσιον πάντες συνελθόντες σεπτώς οι πιστοί, τον Βαρνάβαν άσμασι στέψωμεν, πρεσβεύει γαρ Κυρίω, ελεηθήναι τάς ψυχάς ημών.
Εξήγηση: Τον πολυδοξασμένο Απόστολο της Κύπρου και κήρυκα του Ευαγγελίου σ' όλο τον κόσμο. Αυτόν που κατέχει την πρώτη θέση μεταξύ των χριστιανών της Αντιόχειας και σαν σοφός αρχιτέκτονας συνετέλεσενα πάρουν οι μαθητές του Χριστού για πρώτη φορά το όνομα χριστιανός, τον ξακουστό κήρυκα του Ευαγγελίου στη Ρώμη, μα κι εξαίρετο αλιέα του ειδωλολατρικού κόσμου στην πίστη του Χριστού. τον γεμάτο από τη χάρη του Θεού και φωτισμένο ενισχυτή και παρηγορητή των χριστιανών, ώστε να του δοθεί για την προσφορά του αυτή και το όνομα του Παρακλήτου Πνεύματος• τον μεγάλο Απόστολο και συνοδοιπόρο του θείου Παύλου1 τον πρώτο από τους εβδομήκοντα Αποστόλους και ίσο σε αξία με τους δώδεκα. Όλοι οι πιστοί τώρα που μαζευτήκαμε, ας υμνήσουμε τον Βαρνάβα με ύμνους ευλαβικούς, γιατί μεσιτεύει στον Κύριο να σωθούν οι ψυχές μας.

Έτερον Απολυτίκιο Ήχος δ'Ως του Παύλου πέλων συνέκδημος και Χριστόν κηρύξαι τοις έθνεσι, των αγγέλων ομότιμος γέγονας, Βαρνάβα απόστολε• διό δυσώπει τον Κύριον, ταις ψυχαίς ημών δοθήναι το μέγα έλεος.

Εξήγηση: Άγιε απόστολε Βαρνάβα, με το να είσαι συνοδοιπόρος του Παύλου και να κηρύξεις στα Έθνη τον Χριστό έχεις γίνει ίσος με τους αγγέλους. Γι' αυτό, Σε παρακαλούμε, ικέτευε τον Κύριο να δώσει στις ψυχές μας τη μεγάλη του ευσπλαγχνία.

Μεγαλυνάριο Ήχος πλ. δ'Υμνήσωμεν πάντες χαρμονικώς τον της Εκκλησίας πρωτεργάτην και άθλητήν, Βαρνάβαν τον θείον, Απόστολον τον μέγαν Χριστιανών το κλέος, άσμασι στέφοντες.
.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου